ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΜΗΣ ΜΟΙΡΑΣ
Ι. Η νόμιμη μοίρα και οι περιορισμοί της
Στο κληρονομικό δίκαιο ο νομοθέτης έχει προβλέψει τρεις τρόπους διαδοχής. Αυτοί είναι η εξ αδιαθέτου διαδοχή (χωρίς διαθήκη), η εκ διαθήκης διαδοχή και η αναγκαστική διαδοχή που είναι το θέμα αυτού του άρθρου.[1] Στην εκ διαθήκης διαδοχή πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η βούληση του διαθέτη στο πως θα διανεμηθεί η περιουσία του. Όμως ο νομοθέτης έχει προβλέψει περιορισμούς στη βούληση αυτή εισάγοντας το θεσμό της νόμιμης μοίρας, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα των μεριδούχων στην περιουσία του διαθέτη ακόμα και αν δεν έχουν εγκατασταθεί ως κληρονόμοι. Πρόθεση του νομοθέτη είναι η οικονομική προστασία της οικογένειας ακόμα κι αν ο διαθέτης δεν το επιθυμούσε.[2]
Το άρθρο 1825 ΑΚ προβλέπει περιοριστικά ποιά από τα μέλη της οικογένειας του διαθέτη απολαμβάνουν την προστασία της διάταξης. Πρόκειται για τους κατιόντες, τους γονείς του διαθέτη αλλά και τη σύζυγό του, που θα είχαν κληθεί «ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι». Εξ αδιαθέτου κληρονόμοι ονομάζονται εκείνοι που καλούνται εκ του νόμου να κληρονομήσουν «όταν δεν υπάρχει διαθήκη, ή όταν η διαδοχή από διαθήκη ματαιωθεί ολικά ή μερικά».[3] Παρά την προστασία που δίνεται, πρέπει να υπάρχει μία ισορροπία η και σεβασμός στην ιδιωτική βούληση του διαθέτη και για το λόγο αυτό το μερίδιο των αναγκαίων κληρονόμων περιορίζεται στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας τους.[4] Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι -ακριβώς επειδή οι διατάξεις περί εξ αδιαθέτου διαδοχής ενεργοποιούνται στην περίπτωση της αναγκαστικής διαδοχής – όταν δεν έχουν εγκατασταθεί ως κληρονόμοι οι κατιόντες και οι γονείς του διαθέτη τότε μεριδούχοι είναι μόνο οι κατιόντες του. Αυτό γιατί σύμφωνα με την ΑΚ 1819 «Δεν καλείται στην κληρονομία συγγενής, εφόσον υπάρχει άλλος συγγενής προηγούμενης τάξης που καλείται ως κληρονόμος».[5] [6]
Ο νομοθέτης έχει προβλέψει και τις περιπτώσεις όπου η νόμιμη μοίρα γίνεται μεν σεβαστή, ως προς την αξία της από τον διαθέτη αλλά με περιορισμούς. Σύμφωνα με την ΑΚ 1829 «Κάθε περιορισμός του μεριδούχου από τη διαθήκη, όσο βαρύνει τη νόμιμη μοίρα, θεωρείται σαν να μην έχει γραφεί». Τέτοια παραδείγματα αποτελούν[7] ο ορισμός Εκτελεστή – διαχειριστή διαθήκης με δυνατότητα διαχείρισης ολόκληρης ή ποσοστού της νόμιμης μοίρας ή ακόμη και η επιβολή αίρεσης αναβλητικής ή διαλυτικής (π.χ. καταπίστευμα) στη νόμιμη μοίρα. Στην περίπτωση της αναβλητικής αίρεσης ο μεριδούχος δεν αποκτά άμεσα το μερίδιο του ενώ στην περίπτωση της διαλυτικής αίρεσης δίνονται χρονικοί περιορισμοί στο δικαίωμα απόλαυσης του μεριδίου του αναγκαίου κληρονόμου.
Βέβαια υπάρχει τρόπος να επιβάλει ο διαθέτης περιορισμούς στο μερίδιο ενός κληρονόμου σεβόμενος και τη νόμιμη μοίρα. Η «σοκίνεια ρήτρα» είναι η διάταξη εκείνη της διαθήκης που ο διαθέτης έχοντας εγκαταστήσει τον κληρονόμο σε μερίδα μεγαλύτερη εκείνης που του αναλογούσε ως νόμιμη μοίρα, αλλά με περιορισμούς, του δίνει την επιλογή να επιλέξει να λάβει μόνο τη νόμιμη ρήτρα χωρίς περιορισμούς. Η ρήτρα αυτή δίνει την δυνατότητα στον διαθέτη να βάλει περιορισμούς σε μερίδιο χωρίς να έρθει σε αντίθεση με την ΑΚ 1829 αφού δίνει την ελευθερία στον κληρονόμο να επιλέξει μεταξύ ενός μεγαλύτερου μεριδίου με περιορισμούς η να λάβει την μικρότερη σε μερίδιο νόμιμη μοίρα του χωρίς κάποιο περιορισμό.[8]
ΙΙ. Αποκλεισμός από τη νόμιμη μοίρα (η εξαίρεση)
Αν και παραπάνω εξηγήθηκε ότι κάθε περιορισμός της νόμιμης μοίρας νοείται σαν μη γενόμενος, αυτό δε σημαίνει ότι ο νομοθέτης παράλογα επιβάλει ωφέλεια στον εκάστοτε μεριδούχο, πόσο μάλλον όταν εκείνος έχει ενεργήσει με τρόπο μη αναμενόμενο για μέλος μιας οικογένειας. Έτσι το άρθρο ΑΚ 1839 προβλέπει ότι:
«Ο διαθέτης μπορεί για ορισμένους λόγους, που αναφέρονται στο νόμο, να στερήσει το μεριδούχο από τη νόμιμη μοίρα (αποκλήρωση). Η αποκλήρωση γίνεται με διάταξη τελευταίας βούλησης».
Ο αστικός κώδικας δίνει αποκλειστικούς λόγους, για του οποίους ο διαθέτης μπορεί να αποκλείσει ακόμα και τους νόμιμους μεριδούχους του από την περιουσία του. Σύμφωνα με την ΑΚ 1840:
«Ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει τον κατιόντα αν αυτός : 1. επιβουλεύθηκε τη ζωή του διαθέτη, του συζύγου ή άλλου κατιόντος του διαθέτη· 2. προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στο σύζυγο του, από τον οποίο κατάγεται ο κατιών 3. έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση, κατά του διαθέτη ή του συζύγου του· 4. αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη· 5. ζει βίο άτιμο ή ανήθικο, παρά τη θέληση του διαθέτη. Η αποκλήρωση για το λόγο αυτό είναι άκυρη, αν ο κατιών κατά το θάνατο του διαθέτη είχε οριστικά εγκαταλείψει τον άτιμο ή ανήθικο βίο»[9].
Επίσης λόγος υπέρ συζύγου:
Ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει το σύζυγο του, αν κατά το χρόνο του θανάτου είχε δικαίωμα να ασκήσει αγωγή διαζυγίου για βάσιμο λόγο αναγόμενο σε υπαιτιότητα του συζύγου του.[10]
Αθροιστικά ο διαθέτης για να στερήσει νόμιμα την νόμιμη μοίρα πρέπει:
α) μέσω διάταξης τελευταίας βούλησης[11] να δηλώσει ρητά ή έμμεσα την βούληση του να στερήσει την νόμιμη μοίρα[12],
β) να αναφέρει, αν υπάρχει, κάποιον από τους αποκλειστικούς λόγους του ΑΚ 1840-1842[13]για τον αποκλεισμό της νόμιμης μοίρας,
γ) ο λόγος αυτός να υπάρχει κατά το χρόνο που συντάσσεται η διαθήκη και να αναφέρεται σ’ αυτήν[14],
δ) να μην έχει ζητηθεί συγγνώμη[15]
[1] Γεωργιάδης Α- Σταθόπουλος Μ, Αστικός Κώδιξ, 1996, σελ.432
[2] Ibid., σελ 433
[3] ΑΚ 1710, παρ. 2
[4] ΑΚ 1825, παρ. 1, βλ. 1813 επ.
[5] Οι κατιόντες του διαθέτη καλούνται ως πρώτης τάξης κληρονόμοι, ενώ οι γονείς του ως δεύτερης τάξης.
[6] Γεωργιάδης Α- Σταθόπουλος Μ, Αστικός Κώδιξ, 1996, σελ.450
[7] Τριάντος Ν., Αστικό δίκαιο Επιτομή, σελ. 517-518
[8] [8] Γεωργιάδης Α- Σταθόπουλος Μ, Αστικός Κώδιξ, 1996, σελ. 475
[9] Οι λόγοι 1,3,4 μπορούν, επίσης, να δοθούν από έναν διαθέτη έναντι του γονέα του.
[10] AK 1842
[11] ΑΚ 1839
[12] Γεωργιάδης Α- Σταθόπουλος Μ, Αστικός Κώδιξ, 1996, σελ.510
[13] ΑΚ 1839
[14] ΑΚ 1843
[15] ΑΚ 1844
Ευχαριστούμε το συνεργάτη μας κ. Σπυρίδωνα Τσατσαράγκο για την πολύτιμη συνδρομή του στη σύνταξη του ανωτέρω άρθρου