ΑΠΟΦΑΣΗ 822/2022: ΘΕΛΕΙ ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗ ΚΑΙ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ!

9 Νοεμβρίου, 2022

Ασχέτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με το σκεπτικό και διατακτικό της υπ’ αρ. 822/2022 απόφασης του Αρείου Πάγου, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η έκδοσή της από το Α2 Πολιτικό Τμήμα απαιτούσε αρετή και τόλμη, καθώς πρόκειται σαφώς για μια απόφαση που ανατρέπει άρδην πολλά από τα δεδομένα των τελευταίων χρόνων παίρνοντας μάλιστα θέση απέναντι στα συμφέροντα ισχυρότατων «παικτών» της ελληνικής αγοράς, όπως είναι οι εταιρείες αποκτήσεως και διαχειρίσεως απαιτήσεων εκ δανείων και πιστώσεων (ΕΑΑΔΠ & ΕΔΑΔΠ) αλλά και τα πιστωτικά ιδρύματα, που τους έχουν εκχωρήσει – πωλήσει τις εν λόγω απαιτήσεις.

Ο Α.Π. απεφάνθη συγκεκριμένα ότι «Ο νόμος, στην περίπτωση της μεταβίβασης απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση κατά τους ορισμούς του ν.3156/2003, δεν απονέμει στην εταιρεία διαχειρίσεως (με την οποία συμβάλλεται η εταιρεία αποκτήσεως) την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα (χωρίς πανηγυρική διατύπωση) ώστε η τελευταία να ασκεί ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενη έννομη προστασία στο όνομά του, όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 § 4 αυτού. Με άλλα λόγια δεν της απονέμει ενεργητική κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση. Ρυθμίζει απλά τους όρους και το πλαίσιο της εκτελέσεως εξώδικων διαχειριστικών (νομικών ή υλικών) πράξεων με σκοπό την είσπραξη (για λογαριασμό της εντολέως της, δικαιούχου) των απαιτήσεων από τους οφειλέτες. Εξάλλου η ανάγκη αποσυμφορήσεως και απαλλαγής των ελληνικών συστημικών τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πελατών τους υπήρξε πιεστική, κι έτσι εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με το ν. 4354/2015 (άρθρα 1 – 3) μία νέα, εντελώς διάφορη από την προηγούμενη διαδικασία μεταβιβάσεως, αποκτήσεως και διαχειρίσεως μη εξυπηρετούμενων και αργότερα και εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων και πιστώσεων. Ωστόσο, με το ν. 4904/2015 δεν καταργήθηκε η καθιερωθείσα με το ν. 3156/2003 δυνατότητα αποκτήσεως και διαχειρίσεως επιχειρηματικών δανείων κ.λ.π. με τιτλοποίηση. Εξακολούθησε και εξακολουθεί να ισχύει για τις μεταβιβάσεις απαιτήσεων που γίνονται με τους δικούς του όρους και διαδικασία.» Ούτως ώστε, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, που έχουν μεταβιβαστεί σε εταιρείας αποκτήσεως τέτοιων δανείων δυνάμει του ν. 3156/2003 και όχι του ν. 4904/2015 δεν νομιμοποιούνται να επιδιώξουν την εκπλήρωση τέτοιων απαιτήσεων στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας, που κατέστη δικαιούχος αυτών με εκχώρηση, αφού ο ν. 3156/2003 δεν απονέμει στην εταιρία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου (μη δικαιούχου), όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 § 4 αυτού.

Εννοείται ότι το σκεπτικό αυτό της απόφασης του Αρείου Πάγου βάζει φρένο – ή ακόμη και ανατρέπει – όλες τις διαδικασίες είσπραξης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, που έχουν δρομολογήσει οι εταιρείες διαχείρισης αυτών στο όνομα και για λογαριασμό των εταιρειών, που τις απέκτησαν δυνάμει του ν. 3156/2003. Ωστόσο, όσοι δανειολήπτες δεν έχουν ασκήσει τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα και δεν διαθέτουν ακόμη τις προθεσμίες για να το κάνουν δεν δύνανται να αξιοποιήσουν υπέρ τους την τελευταία αυτή νομολογία.

Ήδη φυσικά οι δικαιούχοι των απαιτήσεων αυτών και οι εταιρείες διαχείρισής τους αναζητούν τρόπο ανατροπής των αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης απόφασης είτε δια νομοθετικής ρύθμισης είτε δια της υποβολής του θέματος στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Για το σκοπό αυτό προβάλλουν μάλιστα τη νεότερη υπ’ αρ. 1102/2022 απόφαση του Α2 Τμήματος Αρείου Πάγου ως αντίθετη με την 822/2022. Μολονότι – κατά τη γνώμη μας – οι δύο αυτές αποφάσεις δεν είναι αντίθετες, δημιουργείται ωστόσο μια ασάφεια ως προς τον ενδεδειγμένο τρόπο νομιμοποίησης των εταιρειών διαχείρισης των συγκεκριμένων απαιτήσεων προς δικαστική επιδίωξη της εξόφλησής τους.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι, αργά ή γρήγορα, οι δικαιούχοι των απαιτήσεων αυτών θα βρουν τη λύση που θα τους επιτρέψει να διεκδικήσουν περαιτέρω την είσπραξη των απαιτήσεων, που έχουν αποκτήσει (φτηνά) από τα πιστωτικά ιδρύματα. Στο μεσοδιάστημα εντούτοις, παρουσιάζεται μια ευκαιρία για τους δανειολήπτες να διαπραγματευτούν την εξόφληση ή ρύθμιση των δανείων τους με σαφώς ευνοϊκότερους όρους.

Επιμέλεια
Thomas K. Karachristos