Η ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΟΥ ΔΑΠΕΕΠ

8 Μαρτίου, 2021

Βάσει του άρθρου 12 του ν. 3468/2006 οι παραγωγοί ΑΠΕ υποχρεούνται να συνάψουν την εκ του νόμου χαρακτηριζόμενη και προσδιορισμένη σύμβαση πώλησης με τον ΛΑΓΗΕ (νυν ΔΑΠΕΕΠ), προκειμένου να μπορούν να πωλήσουν την παραγόμενη ηλεκτρική τους ενέργεια. Η συντριπτική πλειοψηφία των δικαστικών διαμαχών μεταξύ των παραγωγών ΑΠΕ και του ΛΑΓΗΕ (νυν ΔΑΠΕΕΠ) αφορούν την μη εμπρόθεσμη πληρωμή των πρώτων, καθώς ο Ειδικός Λογαριασμός που διαχειρίζεται πλέον ο ΔΑΠΕΕΠ (άρθρο 40 του ν. 2773/1999 και άρθρο 143 του ν. 4001/2011), από τον οποίον εξοφλούνται, έχει επιβαρυνθεί τόσο, ώστε συχνά απαιτούνται μήνες για την εκκαθάριση των οποιονδήποτε πληρωμών.

Το ερώτημα, που έχει απασχολήσει θεωρία και νομολογία είναι ενώπιον ποιών Δικαστηρίων (πολιτικών ή διοικητικών) ενάγεται ο ΔΑΠΕΕΠ.

Η κρατούσα νομολογία, η οποία μέχρι στιγμής αφορά τον ΛΑΓΗΕ, λόγω του σχετικά πρόσφατου μετασχηματισμού του σε ΔΑΠΕΕΠ, τάσσεται υπέρ της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων. Ωστόσο υπάρχουν και κάποιες ειδικότερες αποκλίνουσες τάσεις:

  1. Η πρώτη από αυτές, που συναντάται σποραδικά στη νομολογία, δέχεται ότι η ως άνω σύμβαση, είναι επί της ουσίας σύμβαση εντολής, καθώς ο ΛΑΓΗΕ  (νυν ΔΑΠΕΕΠ) απλώς εκτελεί εντολές με στόχο την εκκαθάριση των συναλλαγών μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά. Συνεπώς, κατά την προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο ΛΑΓΗΕ έχει ευθύνη, καθώς δεν οφείλει την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών ως δική του υποχρέωση, και οι σχετικές αγωγές εναντίον του κρίνονται αβάσιμες.
  2. Η δεύτερη αφορά την μεμονωμένη υπ’ αρ. 746/2018 απόφαση του ΠΠρΑθ, η οποία αναγνώρισε την διφυή φύση του ΛΑΓΗΕ, με αποτέλεσμα η παραπάνω σύμβαση με τους παραγωγούς να χαρακτηριστεί διοικητική και ως εκ τούτου υπαγόμενη στην δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων.
  3. Η τρίτη, εμφανίστηκε ως μειοψηφία της υπ΄ αρ. 1821/2020 του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, το πλαίσιο της ανωτέρω σύμβασης συνιστά ρυθμισμένο τομέα κρατικής δράσης με κανόνες δημοσίου δικαίου, εθνικής και ενωσιακής προέλευσης, με αποτέλεσμα όχι μόνο να πρόκειται για διαφορά υπαγόμενη στα διοικητικά δικαστήρια, αλλά για ακυρωτική διαφορά που απορρέει από διοικητική πράξη, υπαγόμενη ως τέτοια στα διοικητικά εφετεία.

Βάσει των παραπάνω προκύπτει ότι η κρατούσα νομολογία υπάγει τις διαφορές του ΔΑΠΕΕΠ στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και αναγνωρίζει την ευθύνη του για την εξόφληση των παραγωγών ηλεκρικής ενέργειας. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος υιοθέτησης μιας εκ των αντιθέτων νομολογιακών τάσεων, από τον Δικαστή, που επιλαμβάνεται της εκάστοτε υπόθεσης.