ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

3 Μαρτίου, 2021

Στη συγκεκριμένη υπόθεση, της οποίας επιλήφθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, κατόπιν προσφυγής του συναδέλφου δικηγόρου (κατηγορουμένου) κατά της απευθείας κλήσης του ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων, ο εν λόγω δικηγόρος κατηγορήθηκε για την τέλεση των αδικημάτων της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμισης κατ’ εξακολούθηση, λόγω μηνυτήριας αναφοράς, που συνέταξε και υπέβαλε κατ’ εντολή και για λογαριασμό εντολέως του.

Το εν λόγω Συμβούλιο, με την υπ’ αριθμ. 29/2020 απόφασή του, έκανε δεκτή την προσφυγή του κατηγορουμένου δικηγόρου, δεχόμενο ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία εναντίον του για τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση,  αφού οι ενέργειες που του προσάπτονται, έγιναν αποκλειστικά σε εκτέλεση εντολής, την οποία είχε υποχρέωση να εκπληρώσει κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων.

Ακολουθήθηκε δηλ. από το συγκεκριμένο Συμβούλιο Εφετών η πάγια και ορθή θέση σε θεωρία και νομολογία ότι «ο δικηγόρος δεν υπέχει ποινική ευθύνη για παραβάσεις που τυχόν τελεί με την σύνταξη αγωγών, εγκλήσεων κλπ., που συντάσσονται με εντολή του εντολέως του και βρίσκονται μέσα στα πλαίσια της εντολής αυτής, εφόσον ο ίδιος δεν γνωρίζει την αναλήθεια εκείνων που εξέθεσε ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών οργάνων». Γενικότερα γίνεται δεκτό ότι ο δικηγόρος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πάντα, αν δια της εκτέλεσης των εντολών, που λαμβάνει, τελούνται ποινικά αδικήματα.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο δικηγόρος βρίσκεται πάντα στο απυρόβλητο. ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΚΑΙ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΟΤΙ, ΔΙΑ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΤΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΕΝΤΟΛΗΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ, ΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ, ΠΑΡΑ ΤΑΥΤΑ, ΠΡΟΒΑΙΝΕΙ ΣΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΑΥΤΕΣ, ΣΑΦΩΣ ΚΑΙ ΥΠΕΧΕΙ ΤΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ. Στις περιπτώσεις αυτές βέβαια, συνήθως του καταλογίζεται συνέργεια (άμεση ή απλή) με τον αυτουργό εντολέα του. Φυσικά, η απόδειξη της εκ μέρους του γνώσης και αποδοχής τέλεσης του εκάστοτε αδικήματος αναδεικνύεται ιδιαιτέρως δυσχερής.

Από τα ανωτέρω προκύπτει το εξής διττό συμπέρασμα:

Αφενός μεν, είναι δύσκολο να στοιχειοθετηθεί κατηγορία σε βάρος δικηγόρου για την τέλεση αδικημάτων, στα πλαίσια των εντολών, που λαμβάνει και υποχρεούται να εκπληρώσει, και ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεχτικός όποιος αποφασίζει να τον εμπλέξει στην τέλεση τέτοιων αδικημάτων (δυσφημώντας τον αναπόφευκτα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται).

Αφετέρου δε, γίνεται αντιληπτό, ότι ο δικηγόρος, κατά την εκτέλεση του λειτουργήματός του, εκτίθεται συνεχώς στον κίνδυνο προσωπικής εμπλοκής του στην τέλεση ποινικών αδικημάτων από τους αντιδίκους των εντολέων του. Για το λόγο αυτό, συνιστάται, η γραπτή, σε κάθε περίπτωση, κατοχύρωσή του, περί της αλήθειας των όσων οι εντολείς του του εξιστορούν, αλλά και για το συγκεκριμένο περιεχόμενο των εντολών που λαμβάνει.

Καλό θα ήταν φυσικά και οι δικηγόροι, στις αντιδικίες που εμπλέκονται, να μην γίνονται «βασιλικότεροι» των εντολέων τους, στα ένδικα μέσα αλλά και στα λόγια που επιλέγουν για την προάσπιση των συμφερόντων των τελευταίων.