ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΜΟΝΩΝ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΧΩΡΕΣ

18 Απριλίου, 2021

Κατά τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, των νόμων 8 παρ. 1 Κώδ. (7.39), 9 παρ. 1, Β (50.14), 2 παρ. 2, Πανδ. (41.4), 6 Πανδ. (44.3), 76 παρ. 1, Πανδ. (18.1) και 7 παρ.  3, Πανδ. (23.3) και τη διάταξη μεταβατικού δικαίου του άρθρου 51 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.ΑΚ, π.δ. 456/1984, Α΄ 164) ήταν επιτρεπτή η απόκτηση κυριότητας επί ακινήτων του Δημοσίου,  συμπεριλαμβανομένων και δασικών εκτάσεων, (μόνο) με έκτακτη χρησικτησία. Προϋπόθεση της κτήσης κυριότητας δια χρησικτησίας, ήταν η καλόπιστη φυσική εξουσία του ακινήτου επί τριακονταετία, με διάνοια κυρίου. Η τριακονταετία έπρεπε να είχε συμπληρωθεί έως τις 11-9-1915, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του ν. ΔΞΗ/1912 και τα ακόλουθα διατάγματα «περί δικαιοστασίου», που εκδόθηκαν, σε συνδυασμό με το άρθρο 21 του ν.δ. της 22-4/26-5-1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης», το οποίο επαναλήφθηκε στο άρθρο 4 του α.ν. 1539/1938 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων» (ΑΠ 4/2013, ΟλΑΠ 75/1987). Στην ίδια ως άνω παραγραφή εμπίπτουν και τα ακίνητα των ιερών μονών, εφόσον είχε συμπληρωθεί τεσσαρακονταετής καλόπιστη νομή (ν. 8 παρ. 1 κωδ. (7.39), 2 παρ. 1 βασ. (50.14), νεαρ. 111 και νεαρ. 131 κεφ. 6), μέχρι την 11-9-1915. Κατ’ ακολουθίαν, κτήση κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία εις βάρος των ανωτέρω δεν είναι δυνατή, όταν το νεμόμενο ακίνητο εντοπίζεται στις νέες χώρες, καθώς από την απελευθέρωση αυτών (1912) και τη συνακόλουθη έναρξη ισχύος της ελληνικής νομοθεσίας, το 1914 (άρθρα 1 και 2 του ν. 147/1914), μέχρι τις 11-9-1915, δεν συμπληρώνεται ο απαιτούμενος χρόνος (ενδεικτικά ΑΠ 787/2001). Ως προς τα παραπάνω πρέπει να σημειωθούν τα εξής:

Όσον αφορά τα αστικά ακίνητα του δημόσιου, στο πλαίσιο εφαρμογής του κτηματολογίου, με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 (Α΄ 67), έχει ήδη εισαχθεί απόκλιση κατά το μοντέλο του βυζαντιρορωμαϊκού δικαίου, καθιστώντας εφικτή την χρησικτησία τους, εφόσον τα ακίνητα αυτά βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως ή σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, με τις αντίστοιχες ειδικότερες προϋποθέσεις, όσον αφορά την άσκηση της νομής.

Η εν λόγω ρύθμιση δεν αφορά στα ακίνητα του Δημοσίου που είναι εκτός σχεδίου πόλεως ή οικισμού, κυρίως δε τα αγροτικά ακίνητα, καθώς και στα ακίνητα των Ιερών Μονών, για τα οποία εφαρμόζεται το δαιδαλώδες πλαίσιο της εποικιστικής νομοθεσίας.

Βάσει των παραπάνω, προκύπτει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, οι περί χρησικτησίας διατάξεις και η εποικιστική νομοθεσία δεν επαρκούν για να καλύψουν το νομικό κενό επί του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, που έχει δημιουργηθεί στις νέες χώρες. Δεν είναι λίγοι οι Έλληνες πολίτες, οι οποίοι, μολονότι νέμονται διανοία κυρίου, αδιαμφισβήτητα και επί πάρα πολλά χρόνια, αυτοί και οι πρόγονοί τους, συγκεκριμένα ακίνητα, ιδίως αγροτικά, του Δημοσίου και των Ιερών Μονών, αδυνατούν να αναγνωριστούν ως κύριοι αυτών. Η απουσία νομοθετικής κατοχύρωσής τους έρχεται σε σύγκρουση με τις δημιουργηθείσες αμετάκλητες πραγματικές καταστάσεις, θέτοντας θέμα παραβίασης του άρθρου 17 Σ, το οποίο καλείται να διευθετήσει άμεσα ο νομοθέτης.